Η αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και η αξία της αποταμίευσης
ΑΡΘΡΑ

Η αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και η αξία της αποταμίευσης 

Η έννοια της αποταμίευσης έχει διαφορετικές εκφάνσεις ανάλογα το εκάστοτε πλαίσιο ανάλυσης και συζήτησης.

Το πιo απλό πλαίσιο είναι αυτό της οικογενειακής οικονομίας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο τα μέλη της οικογένειας (οικονομικοί δρώντες), για να αποταμιεύουν, πρέπει να καταναλώνουν χρήματα λιγότερα από αυτά που λαμβάνουν ως εισοδήματα, στο διηνεκές. Η διαφορά αποθησαυρίζεται, μένει στην άκρη, σε κάποιο ντουλάπι, στρώμα ή στην τράπεζα. Έτσι σε δύσκολες περιόδους, δηλαδή είτε γιατί χάνεται κάποια πηγή εισοδήματος, είτε διότι κάποιος δρών – μέλος πρέπει να ξοδέψει περισσότερα, για μια περίοδο, από όσα το σύνολο φέρνει ως εισόδημα, μπορεί η οικογένεια να αναλώσει από το αποταμιευμένο ποσό της προηγούμενης αποταμιευτικής περιόδου. Αν η περίοδος υπερ – αυξημένων εξόδων «ρουφήξει» όλο το αποταμιευμένο απόθεμα αλλά πρέπει να συνεχιστεί τότε η αρνητική διαφορά (αρνητική αποταμίευση) πρέπει να καλυφθεί είτε με δανεισμό, είτε με νέα εισοδήματα.

Εδώ πρέπει να πούμε τι εννοούμε ως περίοδο «υπερ – αυξημένων» εξόδων. Αυτή η περίοδος μπορεί να περιέχει έξοδα καταναλωτικά. Έξοδα που δεν επιστρέφουν εισόδημα μέσα στο χρόνο, π.χ. ρουχισμός, ταξίδια αναψυχής, πολυτελή σπίτια – αυτοκίνητα ιδιοχρησιμοποιούμενα. Μπορεί να περιέχει όμως έξοδα επενδυτικά. Έξοδα που πληρώνονται τώρα αλλά στο μέλλον θα φέρουν έσοδα άμεσα ή έμμεσα, π.χ. αγορά κατοικίας για μίσθωση σε τρίτους, σπουδές, εξειδικεύσεις σε τομείς ανταγωνιστικούς με υψηλά εισοδήματα ως ανταμοιβή.

Σε κάθε περίπτωση η ορθολογικά δρούσα οικογένεια ως σύνολο, αν χρησιμοποιήσει δανεισμό, θα πρέπει να μετρήσει ότι το ετήσιο επιτόκιο αλλά και το μέρος του κεφαλαίου που πληρώνει η οικογένεια ετησίως (τοκοκεφάλαιο) θα πρέπει να καλύπτεται είτε απί τα αυξημένα υφιστάμενα εισοδήματα που φέρνει η περίοδος «υπερ – αυξημένων» εξόδων, είτε με νέες πηγές εισοδήματος που θα δημιουργηθούν μέσα από το δανεισμό. Αν δεν μπορεί αυτό να καταστεί δυνατό τότε μιλούμε εννοιολογικά για πτώχευση.

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η αποταμίευση είναι το μέγεθος που «βοηθά» σε δύσκολες οικονομικά περιόδους. Για μια οικογένεια αρκεί τα χρήματα αυτά να είναι κάπου κοντά, είτε κάπου στο σπίτι είτε στην τράπεζα για λόγους ασφαλείας.

Σε ένα μεγαλύτερο σύνολο (μια κοινωνία, ένα κράτος) η αποταμίευση από μόνη της είναι παράγων ανάπτυξης. Αυτό γιατί οι περισσότερες οικογένειες προτιμούν τις τράπεζες για την αποθήκευση των χρημάτων που διαθέτουν ως απόθεμα. Στην ουσία του ο «μηχανισμός» τραπεζικό σύστημα κάνει την εξής ανακύκλωση: παίρνει τα χρήματα του αποταμιευτή, ίσως με ένα αντίτιμο που λέγεται επιτόκιο κατάθεσης, και το δίνει ως δάνειο, με κάποιο τίμημα που λέγεται τόκος, σε κάποιον άλλο που επιθυμεί κυρίως να επενδύσει. Ο τόκος δανείου καλύπτει τα έξοδα και το κέρδος της τράπεζας (δεν είναι ευαγή ιδρύματα), το επιτόκιο κατάθεσης που δίνει στον αποταμιευτή, τον πληθωρισμό κλπ. Τα χρήματα του αποταμιευτή εφόσον είναι μέσα στην τράπεζα είναι εξασφαλισμένα μέχρι ενός ποσού στην περίπτωση που ο δανειζόμενος δεν αποπληρώσει ποτέ το δάνειο του. Αν η τράπεζα ή όλο το τραπεζικό σύστημα κινδυνέψει συνολικά τότε είναι το κράτος (ή η ΕΕ υπό προϋποθέσεις στην περίπτωση μας) που καλύπτει τη διαφορά αποταμίευσης από δανεισμό υπέρ του αποταμιευτή.

Είπαμε όμως ότι η τράπεζα δίνει τα λεφτά του αποταμιευτή σε κάποιον που θέλει να επενδύσει κυρίως. Αυτό σημαίνει ότι αυτός που θέλει να επενδύσει προσδοκά (ceteris paribus) να αποκτήσει μεγαλύτερα εισοδήματα μετά την επένδυση, σε σχέση με αυτά που είχε πριν από αυτή. O στόχος του αυτός, παρότι ιδιοτελής και ατομικός, διαμορφώνει ανάλογα όλη την οικονομία συνολικά.

Αν πετύχει, αυξάνονται τα έσοδα του κράτους από φόρους, μειώνεται η ανεργία, αυξάνονται οι δημόσιες επενδύσεις, αυξάνεται η γενική κατανάλωση, αυξάνεται το κεφαλαιουχικό απόθεμα της χώρας, αυξάνονται οι αποταμιεύσεις και ξανά από την αρχή αυτός ο ενάρετος κύκλος.

Με λίγα λόγια το πραγματικό ΑΕΠ προσεγγίζει το δυνητικό (που είναι το παραγωγικό) αλλά και τα δύο θα βαίνουν αυξανόμενα χωρίς να αποτελούν «φούσκα», αλλά διαθέτοντας παραγωγική βάση. Τελικά, για να μη μακρηγορούμε, ισχυροποιείται σοβαρά η χώρα συνολικά.

Τι μπορεί να γίνει όμως όταν για πολλά έτη η αποταμίευση είναι εξόχως αρνητική και ο δανεισμός, και ως εκ τούτου το διαμορφωμένο χρέος είναι περισσότερο από υπέρογκα; Τι γίνεται όταν όλοι οι οικονομικοί δρώντες στερούνται εισοδημάτων ή έχουν τα χρήματα τους εκτός χώρας, άρα στερούνται αποταμίευσης; Πώς παίρνει εμπρός ο «ενάρετος κύκλος» που βασίζεται στην αποταμίευση όταν ο μηχανισμός των τραπεζών δεν λειτουργεί καθόλου, όταν το κεφαλαιουχικό απόθεμα βαίνει δραστικά μειούμενο;

Η απάντηση υπάρχει και έχει εφαρμοστεί αποδοτικά στην πατρίδα μας, την κοινωνικά και επενδυτικά κατεστραμμένη από τον πόλεμο και τον Εμφύλιο, Ελλάδα της περιόδου 1950 – 1967.

Οι τρεις παράγοντες λοιπόν που τότε έπαιξαν τον καταλυτικό ρόλο είναι οι εξής:

  1. Σχέδιο Μάρσαλ,
  2. Μεταναστευτικά εμβάσματα,
  3. Ναυτιλία.

Αναλυτικότερα:

Σήμερα αντί σχεδίου Μάρσαλ έχουμε το προσεχές Ταμείο Ανάκαμψης. Τα χρήματά του μπορεί να επενδυθούν στην αύξηση του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού της χώρας, όχι με όρους εσωτερικής παραγωγής και κατανάλωσης, αλλά με όρους διεθνώς ανταγωνιστικών, «έξυπνων» τεχνολογικά αγαθών – υπηρεσιών που θα απευθύνονται σε όλη την οικουμένη, υπερνικώντας με τα πλεονεκτήματα τους όλα τα εμπόδια κόστους μεταφοράς, ενέργειας κλπ. Σε αυτή την προσπάθεια μπορούν να βοηθήσουν οι αξιόλογοι επιστήμονες που τώρα είναι στην χώρα και φυτοζωούν αλλά και πολλοί από όσους έφυγαν για μια καλύτερη ζωή που εδώ το πολιτικό μας σύστημα είναι ανίκανο να προσφέρει.

Να σημειωθεί ότι την περίοδο του σχεδίου Μαρσάλ πολλά χρήματα πήγαν σε διαφθορά, σε διώξεις αριστερών, σε παραγωγή μη διεθνώς ανταγωνιστικών αγαθών, και στο βόλεμα της ημετέρας, εν πολλοίς άχρηστης αν κρίνουμε από το αποτέλεσμα, διαπλεκόμενης διακοινωνικής τάξης. Αν αποφύγουμε όλα τούτα αυτή τη φορά, με τα χρήματα που θα έρθουν θα τεθούν σοβαρές βάσεις για μελλοντική ανάπτυξη μέσω του ενάρετου κύκλου.

Αναλύοντας τα μεταναστευτικά εμβάσματα, εκείνης της εποχής που έσωσαν στην Ελλάδα οικογένειες από την πείνα, που σπούδασαν παιδιά, μπορούμε να πούμε το εξής: Σε προηγούμενη ανάλυσή μας μιλήσαμε για την Ομογένεια και περιληπτικά προτείναμε έναν μηχανισμό επένδυσης στην χώρα μας. Αυτό μπορεί να πάρει και την μορφή απλής αποθήκευσης των αποταμιεύσεών τους σε ελληνικές τράπεζες. Αν έρθουν σοβαρά ποσά από την Ομογένεια και οι τράπεζες εδώ τεχνικά ρυθμίσουν τα κεφάλαιά τους τότε θα μπορεί ο τραπεζικός «μηχανισμός» που αναλύθηκε ανωτέρω, να επαναλειτουργήσει και έτσι, οι εξωγενείς αποταμιεύσεις να δοθούν ως δάνεια σε επενδυτές και επανεκκινώντας τον προαναφερθέντα «ενάρετο κύκλο» στο εσωτερικό της χώρας. Προφανώς με σοβαρά ελεγκτικά κριτήρια, με περιοδικές αναφορές απόδοσης που θα παρέχουν ασφάλεια στους αποταμιευτές αλλά και μια απόδοση ως επιτόκιο κατάθεσης.

Ο τρίτος παράγοντας είναι διαχρονικός: η ναυτιλία. Οι ναυτικοί μας όχι μόνο δούλεψαν και δουλεύουν, αλλά έστελναν και στέλνουν και χρήματα στις οικογένειες τους στην πατρίδα, χτίζοντας τα σπίτια τους, σπουδάζοντας τα παιδιά τους. Δεν υπάρχουν όμως μόνο οι ναυτικοί οποιασδήποτε ειδικότητας που «μπαρκάρουν», υπάρχουν και τα ναυπηγεία που εδώ κι πολλά έτη παραπαίουν. Υπάρχουν οι εγκαταστάσεις που στη Μεσόγειο είναι από τις μεγαλύτερες. Θα μπορούσαμε λοιπόν με χρήματα επενδυτών (Ομογενών και μη, ομάδων Ελλήνων εφοπλιστών), με χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης να τα εκσυγχρονίσουμε ώστε να κατασκευάζονται στη χώρα μας σύγχρονα πλοία και για Έλληνες εφοπλιστές αλλά και για οποιονδήποτε άλλο με οικονομίες κλίμακος και όλα τα λοιπά σύγχρονα εργαλεία, χρηματοοικονομικά και άλλα.

Μέσα σε αυτά, χωρίς κομματικά ή συντεχνιακά συμφέροντα, αλλά με υγιή συνδικαλισμό θα εργάζονται Έλληνες όλων των ειδικοτήτων που θα μπορέσουν να παράγουν, ενώ ενδεχομένως να προσελκύσουμε και μετανάστες της γενιάς μας.

Η πατρίδα μας μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους ως το 1950, δεν είχε σοβαρή οικονομική απόδοση. Διότι βασίλευε η Μεγάλη Ιδέα. Οι εξοπλιστικές δαπάνες όπως και οι δαπάνες βασικών, ανύπαρκτων ως τότε, υποδομών ήταν υπέρογκες. Αυτό σήμαινε καθόλου αποταμίευση και δανεισμός. Μετά από δύο επικούς Βαλκανικούς Αγώνες, την Μικρασιατική Καταστροφή, δύο Παγκοσμίους Πολέμους, έναν αιματηρό Εμφύλιο, και με απώτατο άκρο την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου το 1947, η Μεγάλη Ιδέα ολοκλήρωσε τη «ζωή»της. Από τότε και μετά ξεκίνησε η εσωτερική επούλωση πληγών, παραγωγή υποδομών, η δημιουργία σύγχρονου κράτους.

Τελικά όμως η ανοικοδόμηση της χώρας δεν προήλθε από θαύμα, ούτε βασίστηκε κυρίως στους συμμάχους. Ήρθε με τη χρήση των παραπάνω εργαλείων, ήρθε από τα σπλάχνα της κοινωνίας. Η σημερινή περίοδος λοιπόν μας καλεί να πράξουμε το ίδιο. Χωρίς όμως τα μειονεκτήματα της διαφθοράς, των ημετέρων, του εμείς και εσείς. Αν αυτή τη φορά όλοι μαζί, ο καθένας από το μετερίζι του, προσπαθήσουμε, τότε η πατρίδα συλλογικά θα αναβαθμιστεί και μαζί της θα αναβαθμιστούμε όλοι, διότι πατρίδα είμαστε εμείς.

  • Μανώλης Παπαδουράκης

Related posts

Leave a Reply