Η Διακήρυξη της Εθνικής Ανεξαρτησίας
ΑΡΘΡΑ

Η Διακήρυξη της Εθνικής Ανεξαρτησίας 

200 χρόνια μετά την Ένδοξη Ελληνική Επανάσταση, η Οθωμανική απειλή παραμένει δυστυχώς ακόμα ζωντανή. Απορρίπτουμε τη φαιδρή προπαγάνδα περί ελληνοτουρκικής φιλίας του πτωχευμένου πολιτικού συστήματος και θυμόμαστε τους λόγους, τα αίτια αλλά και τα όνειρα της Επανάστασης.

Την 1η Ιανουαρίου 1822 η Α’ Εθνική Συνέλευση στην Επίδαυρο ψήφισε: (α) Τη Διακήρυξη της Εθνικής Ανεξαρτησίας (β) Το Σύνταγμα της Επιδαύρου, το «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος»

Διακήρυξη της Εθνικής Ανεξαρτησίας – Προοίμιο του Συντάγματος της Επιδαύρου του 1822

“Το Ελληνικόν Έθνος, το υπό την φρικώδη Οθωμανικήν δυναστείαν, μη δυνάμενον να φέρη τον βαρύτατον και απαραδειγμάτιστον ζυγόν της τυραννίας και αποσείσαν αυτόν με μεγάλας θυσίας, κηρύττει σήμερον διά των νομίμων Παραστατών του, εις Εθνικήν, συνηγμένων Συνέλευσιν, ενώπιον Θεού και ανθρώπων, «Την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και Ανεξαρτησίαν» εν Επιδαύρω, την 1η Ιανουαρίου, έτει 1822 και 1ο της Ανεξαρτησίας”.

Πιο κάτω στη Διακήρυξη της Εθνικής Συνελεύσεως γίνεται λόγος για «σκληράν του Οθωμανικού κράτους μάστιγα, η τις ήδη τέσσαρας περίπου αιώνας επάταξε τας κεφαλάς ημών»… «διώκει και διέττατε τα πάντα δεσποτικώς και αυτογνωμόνως». Ακολουθούν αναφορές για «δουλείαν» και «φρικτήν και άδικον τυραννίαν».

Αναλυτικά:

«Ἀπόγονοι τοῦ σοφοῦ καὶ φιλανθρώπου ἔθνους τῶν Ἑλλήνων, σύγχρονοι τῶν νῦν πεφωτισμένων καὶ εὐνομουμένων λαῶν τῆς Εὐρώπης καὶ θεαταὶ τῶν καλῶν, τὰ ὁποία οὗτοι ὑπὸ τὴν ἀδιάρρηκτον τῶν νόμων Αἰγίδα ἀπολαμβάνουσιν, ἦτον ἀδύνατον πλέον νὰ ὑποφέρωμεν μέχρις ἀναλγησίας καὶ εὐηθείας τὴν σκληρὰν τοῦ ὀθωμανικοῦ κράτους μάστιγα, ἥτις ἤδη τέσσαρας περίπου αἰῶνας ἐπάταξε τὰς κεφαλὰς ἡμῶν καί, ἀντὶ τοῦ λόγου, τὴν θέλησιν ὡς νόμον γνωρίζουσα, διῴκει καὶ διέταττε τὰ πάντα δεσποτικῶς καὶ αὐτογνωμόνως. Mετὰ μακρὰν δουλείαν ἠναγκάσθημεν, τέλος πάντων, νὰ λάβωμεν τὰ ὅπλα εἱς χεῖρας καὶ νὰ ἐκδικήσωμεν ἑαυτοὺς καὶ τὴν Πατρίδα ἡμῶν ἀπὸ μίαν τοιαύτην φρικτὴν καὶ ὡς πρὸς τὴν ἀρχὴν αὐτῆς ἄδικον τυραννίαν, ἥτις οὐδεμίαν ἄλλην εἶχεν ὁμοίαν, ἢ κἂν δυναμένην ὁπωσοῦν μετ’ αὐτῆς νὰ παραβληθῇ δυναστείαν.

Ὁ κατὰ τῶν Τούρκων πόλεμος ἡμῶν, μακρὰν τοῦ νὰ στηρίζηται εἰς ἀρχάς τινας δημαγωγικὰς καὶ στασιώδεις ἢ ἰδιωφελεῖς μέρους τινὸς τοῦ σύμπαντος ἑλληνικοῦ ἔθνους σκοπούς, εἶναι πόλεμος ἐθνικός, πόλεμος ἱερός, πόλεμος, τοῦ ὁποίου ἡ μόνηαἰτία εἶναι ἡ ἀνάκτησις τῶν δικαίων τῆς προσωπικῆς ἡμῶν ἐλευθερίας, τῆς ἰδιοκτησίας καὶ τῆς τιμῆς, τὰ ὁποία, ἐνῶ τὴν σήμερον ὅλοι οἱ εὐνομούμενοι καὶ γειτονικοὶ λαοὶ τῆς Εὐρώπης τὰ χαίρουσιν, ἀπὸ ἡμᾶς μόνον ἡ σκληρὰ καὶ ἀπαραδειγμάτιστος τῶν Οθωμανῶν τυραννία ἐπροσπάθησε μὲ βίαν ν’ ἀφαιρέσῃ, καὶ ἐντὸς τοῦ στήθους ἡμῶν νὰ τὰ πνίξῃ. Εἴχομεν ἡμεῖς, τάχα, ὀλιγώτερον, παρὰ τὰ λοιπὰ ἔθνη, λόγον διὰ νὰ στερώμεθα ἐκείνων τῶν δικαίων, ἢ εἴμεθα φύσεως κατωτέρας καὶ ἀχρειεστέρας, διὰ νὰ νομιζώμεθα ἀνάξιοι αὐτῶν καὶ καταδικασμένοι εἰς αἰώνιον δουλείαν, νὰ ἕρπωμεν ὡς κτήνη καὶ αὐτόματα εἰς τὴν ἄλογον θέλησιν ἑνὸς ἀπηνοῦς τυράννου, ὅστις ληστρικῶς καὶ ἄνευ τινὸς συνθήκης ἦλθε μακρόθεν νὰ μᾶς καθυποτάξῃ; Δίκαια, τὰ ὁποία ἡ φύσις ἐνέσπειρε βαθέως εἰς τὴν καρδίαν τῶν ἀνθρώπων, καὶ τὰ ὁποία οἱ νόμοι, σύμφωνοι μὲ τὴν φύσιν, καθιέρωσαν, ὄχι τριῶν ἢ τεσσάρων, ἀλλὰ καὶ χιλίων καὶ μυρίων αἰώνων τυραννία δὲν δύναται νὰ ἐξαλείψῃ· καὶ ἂν ἡ βία ἢ ἡ ἰσχὺς πρὸς καιρὸν τὰ καταπλακώσῃ, ταῦτα πάλιν, ἀπαλαίωτα καὶ ἀνεξάλειπτα καθ’ ἑαυτά, ἡ ἰσχὺς ἐμπορεῖ ν’ ἀποκαταστήσῃ καὶ ἀναδείξῃ, οἷα καὶ πρότερον καὶ ἀπ’ αἰώνων ἦσαν! Δίκαια, τέλος πάντων, τὰ ὁποία δὲν ἐπαύσαμεν μὲ τὰ ὅπλα νὰ ὑπερασπιζώμεθα ἐντὸς τῆς Ἑλλάδος, ὅπως οἱ καιροὶ καὶ αἱ περιστάσεις ἐπέτρεπον.

Ἀπὰ τοιαύτας ἀρχὰς τῶν φυσικῶν δικαίων ὁρμώμενοι καὶ θέλοντες νὰ ἐξομοιωθῶμεν μὲ τοὺς λοιποὺς συναδελφούς μας Εὐρωπαίους χριστιανούς, ἐκινήσαμεν τὸν πόλεμον κατὰ τῶν Τούρκων, μᾶλλον δὲ τοὺς κατὰ μέρος πολέμους ἑνώσαντες, ὁμοθυμαδόν ἐκστρατεύσαμεν, ἀποφασίσαντες ἢ νὰ ἐπιτύχωμεν τὸν σκοπόν μας καὶ νὰ διοικηθῶμεν μὲ νόμους δικαίους, ἢ νὰ χαθῶμεν ἐξ ὁλοκλήρου, κρίνοντες ἀνάξιον νὰ ζῶμεν πλέον ἡμεῖς οἱ ἀπόγονοι τοῦ περικλεοῦς ἐκείνου ἔθνους τῶν Ἑλλήνων ὑπὸ δουλείαν τοιαύτην, ἰδίαν μᾶλλον τῶν ἀλόγων ζῴων, παρὰ τῶν λογικῶν ὄντων. Δέκα μῆνες ἤδη παρῆλθον ἀφοῦ ἠρχίσαμεν νὰ τρέχωμεν τοῦτο τὸ στάδιον τοῦ ἐθνικοῦ πολέμου. Ὁ Ὕψιστος Θεὸς μᾶς ἐβοήθησε, καίτοι ὄχι ἱκανὰ προπαρασκευασμένους, εἰς τὸ τοιοῦτον μέγα τῷ ὄντι ἐπιχείρημα· τὰ ὅπλα μας ἐφάνησαν πολλαχοῦ νικηφόρα, πλὴν καὶ πολλαχοῦ εὖρον, καὶ εἰσέτι εὑρίσκουσιν ἀντίστασιν ὄχι μικράν· περιστάσεις ἐναντίαι μᾶς ἀπήντησαν, καὶ ταύτας νὰ ἐξομαλίσωμεν ἕως ὥρας ἐνησχολούμεθα. Ὅθεν, δὲν πρέπει νὰ φανῇ παράξενον, ἂν ἄχρι τοῦδε ἀνεβάλομεν τὴν πολιτικὴν τῆς πατρίδος μας διάταξιν, ἂν δὲν ἐπροφθάσαμεν νὰ κηρύξωμεν τὴν ἀνεξαρτησίαν ἡμῶν, καὶ νὰ ἀναφανῶμεν ὡς ἔθνος ἐνώπιον πάντων τῶν εὐνομουμένων λαῶν καὶ ἀπάσης τῆς Οἰκουμένης. Πρὶν περὶ τῆς φυσικῆς ἡμῶν ὑπάρξεως ὁπωσοῦν βεβαιωθῶμεν, ἦτον ἀδύνατον νὰ σκεφθῶμεν καὶ περὶ τῆς πολιτικῆς. Ἔστωσαν, λοιπόν, τὰ εἰρημένα εἰς μὲν τοὺς ἄλλους ἱκανὴ ἀπολογία τῆς ἀναβολῆς μας, εἰς ἡμᾶς δὲ παραμυθία διὰ τὴν ἐπικρατήσασαν ἀταξίαν».

Ἐν Ἐπιδαύρῳ τὴν ιεʹ Ἰανουαρίου, αʹ τῆς Ἀνεξαρτησίας

Related posts

Leave a Reply