Η φράση κλειδί εδώ, για τον ορισμό των προσώπων που θα καταλάβουν τις ανώτατες θέσεις της Δικαστικής Εξουσίας, που κατά τα άλλα είναι “ισότιμη” με την Εκτελεστική, είναι η “πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου”. Με άλλα λόγια, η Εκτελεστική Εξουσία (δηλαδή η κυβέρνηση) διορίζει την ηγεσία της Δικαστικής, ακυρώνοντας έτσι την αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Είναι απαράδεκτο οι πολιτικοί να διορίζουν τους ανώτατους δικαστικούς διότι έτσι η Δικαιοσύνη τίθεται υπό την κηδεμονία τους. Χρειαζόμαστε ανεξάρτητη Δικαιοσύνη στη χώρα και για αυτό απαιτείται το δικαστικό σώμα να επιλέγει μόνο του και να αναδεικνύει εκ των μελών του τους ανώτατους δικαστικούς της Ελλάδας, για να είναι αυτοί σε θέση να ασκούν αποτελεσματικό έλεγχο στην Εκτελεστική και Νομοθετική Εξουσία και τους πολιτικούς εν γένει. Επιπλέον τα μέλη των ανώτατων δικαστικών σωμάτων πρέπει να έχουν συγκεκριμένη θητεία και να μην είναι ισόβια όπως συμβαίνει σήμερα. Οι ισόβιες θέσεις και η μονιμότητα οδηγούν σε φθορά των θεσμών.
Ο πειθαρχικός έλεγχος των δικαστικών στη χώρα από πολιτικούς οδηγεί στην επιρροή και τον άμεσο έλεγχο της Δικαιοσύνης. Δεν μπορεί οι μόνοι που θα μπορούσαν δυνητικά να ελέγξουν ποινικά τους πολιτικούς, να ελέγχονται πειθαρχικά από αυτούς! Για τον λόγο αυτό έχουν καταλήξει σήμερα οι πολιτικοί και οι κυβερνώντες να βρίσκονται υπεράνω νόμου. Πειθαρχικό έλεγχο στους δικαστικούς πρέπει να ασκεί αποκλειστικά το ίδιο το δικαστικό σώμα (όπως αντιστοίχως πειθαρχικό έλεγχο στους βουλευτές ασκεί το βουλευτικό σώμα). Εν κατακλείδι, το δικαστικό σώμα πρέπει να έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να διορίζει, μετακινεί, προάγει και τιμωρεί τα μέλη του.