Στις 20 Ιουνίου πραγματοποιήθηκε ανοιχτή εκδήλωση διαβούλευσης με τους υποστηρικτές του δ. Σκοπός μας ήταν να συναποφασίσουμε και να συνδιαμορφώσουμε την επίσημη θέση του κινήματος για την θέση των ΜΑΤ σε μια δημοκρατία. Η όλη διαδικασία που ακολουθήθηκε ήταν συμμετοχική και διαφανής, ενώ υπήρχε και η δυνατότητα διαδικτυακής συμμετοχής. Η εκδήλωση ήταν επί της ουσίας η πρώτη πραγματικά δημοκρατική, πολιτική διαδικασία λήψης αποφάσεων στη σύγχρονη ιστορία της χώρας μας.
Για όσους συμμετείχαν, ήταν μια μικρή γιορτή ένυλης δημοκρατίας.
Οι δύο προσεγγίσεις, έτσι όπως αυτές τέθηκαν στον δημόσιο διάλογο, ήταν αφενός η κατάργηση των ΜΑΤ ως θεσμός ασύμβατος με μια πραγματική δημοκρατία, και αφετέρου η αναγκαιότητα τους, ως «αναγκαίο κακό», υπό προϋποθέσεις και με μεταρρύθμιση της λειτουργίας τους.
Στα πλαίσια της πρώτης πρότασης, υποστηρίχθηκε από τους συμμετέχοντες πως τα ΜΑΤ αποσκοπούν στην καταστολή των δημοκρατικών κοινωνικών αντιδράσεων, ιδιαίτερα όταν αυτές είναι υγιείς και ειρηνικά εκπεφρασμένες. Επί της ουσίας, πρόκειται για ομάδες οι οποίες υποστηρίζουν και ενισχύουν την εκάστοτε πολιτική ηγεσία (ούτε καν το κοινοβούλιο), και δεν υπηρετούν ποτέ τον πολίτη. Είναι φορέας αυταρχισμού και ασυδοσίας, ο οποίος χρησιμοποιείται για την επιβολή μισόδημων και εθνοβόρων πολιτικών και μέτρων. Η άποψη αυτή, αντιλαμβανόμενη του κενού που θα δημιουργηθεί από την κατάργησή των ΜΑΤ, παρουσίασε παράλληλα εναλλακτικές προτάσεις. Συγκεκριμένα, όσον αφορά τις τρομοκρατικές ομάδες που δραστηριοποιούνται στις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, έγινε αναφορά σε στρατηγική αξιοποίησή τους από τους ίδιους παρακρατικούς φορείς που διαχειρίζονται τα ΜΑΤ. Επιπροσθέτως, για την αντιμετώπισή τους, υποστηρίχθηκε η ανάγκη σύλληψης (και όχι άμεσης αποφυλάκισης κατόπιν πολιτικών παρεμβάσεων και τηλεφωνημάτων) των τρομοκρατικών ομάδων, που είτε παρεισφρέουν σε κοινωνικοπολιτικές εκδηλώσεις και δημιουργούν έκτροπα, είτε δρουν μεμονωμένα και ανεξέλεγκτα, εντός του αστικού ιστού. Η σχετική καταστολή και σύλληψη των τρομοκρατών μπορεί να πραγματοποιηθεί από τις υφιστάμενες αστυνομικές δυνάμεις. Ταυτόχρονα, απαιτείται η αποφασιστικότητα αντιμετώπισης του προβλήματος από μεριάς της πολιτείας, και η αυστηροποίηση του νομικού πλαισίου, μέτρα τα οποία θα οδηγήσουν σε συρρίκνωση και οριστική αντιμετώπιση του φαινομένου. Ομοίως, το αστυνομικό σώμα μπορεί και δύναται να αναλάβει την αντιμετώπιση επεισοδίων εντός και εκτός αγωνιστικών χώρων στις αθλητικές διοργανώσεις, με πραγματικές προσαγωγές και συλλήψεις των παραβατών, με παράλληλη επιβολή προστίμων στα αθλητικά σωματεία και αυστηρών ποινών στον οργανωμένο αθλητισμό εν γένει.
Από την άλλη, υπέρ της πρότασης διατήρησης του θεσμού των ΜΑΤ, υποστηρίχθηκε η άποψη πως η αποδυνάμωση ή η κατάργησή τους ενέχει τον κίνδυνο να δημιουργήσει η εκάστοτε κυβέρνηση τις απαραίτητες συνθήκες, έτσι ώστε να καταστήσει τα ΜΑΤ αναντικατάστατα και να τα επανασυντάξει, παρέχοντάς τους επιπλέον εξουσίες. Επιπροσθέτως, υπογραμμίστηκε η διαχρονικότητα της ύπαρξης ομάδων καταστολής από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα, ενώ τονίστηκε η ανάγκη αντιμετώπισης συγκρούσεων και ταραχών που προκαλούνται από παραβατικούς πολίτες. Στη συνέχεια έγινε σύνδεση των ΜΑΤ με το κράτος εν συνόλω, και υποστηρίχθηκε η άποψη πως πρέπει να υπάρχει προστασία του κράτους, των αξιών και των θεσμών του. Όσον αφορά τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για τη διατήρηση του θεσμού, υποστηρίχθηκε πως απαιτείται λογοδοσία, αυστηρή πειθαρχία, και έλεγχος των αποκλινουσών συμπεριφορών, μεμονωμένων περιπτώσεων εντός των ΜΑΤ. Αντιστοίχως, απαιτείται ποιοτική διαλογή των στελεχών, συχνές ψυχιατρικές εξετάσεις και υπηρεσία στα ΜΑΤ για περιορισμένο χρονικό διάστημα (από το οποίο και μετά τα στελέχη πρέπει να παίρνουν μετάθεση), ενώ προτάθηκαν και διακριτικά για τις στολές των ΜΑΤ έτσι ώστε να μπορεί να γίνεται εξακρίβωση των στελεχών που παρεκτρέπονται της αποστολής τους. Στελέχη τα οποία αποδεδειγμένα παρεκτρέπονται, πρέπει στη συνέχεια να οδηγούνται σε αντικειμενική αλλά ουσιαστική κρίση από το αστυνομικό σώμα. Τέλος, έγινε αναφορά στη χρησιμότητα των ΜΑΤ ως μέσο ασφαλείας για την αντιμετώπιση ασύμμετρων απειλών εντός της χώρας μας.
Οι παραπάνω προτάσεις κατατέθηκαν ως δύο ενιαία πλαίσια και πραγματοποιήθηκε ψηφοφορία κατόπιν επαρκούς επιχειρηματολογίας, παρουσίασης και ερωταπαντήσεων και από τις δύο πλευρές. Υπερψηφίστηκε η πρόταση υπέρ της κατάργησης των ΜΑΤ, ωστόσο η εκλογική επικράτηση ήταν οριακή, και συνεπώς αποφασίστηκε, όπως προβλέπει η δημοκρατική θεωρία, πως υπάρχουν προβληματισμοί οι οποίοι δεν καλύφθηκαν και συνεπώς το κίνημα δεσμεύτηκε να επανέλθει, επανεξετάζοντας το ζήτημα στο μέλλον. Αυτή είναι άλλωστε και η διαφορά μιας πραγματικά δημοκρατικής διαδικασίας, με μια κοινοβουλευτική διαδικασία κατά την οποία ο κερδισμένος τα παίρνει όλα, ακόμα και αν διαθέτει ισχνή ή σχετική μονάχα, πλειοψηφία.
Στην αποσαφήνιση της επίσημης πλέον θέσης του δ σχετικά με την ανάγκη κατάργησης των ΜΑΤ σε μια δημοκρατία, αναφέρθηκε πως η παρούσα θέση, αφορά καθεστώς πραγματικής δημοκρατίας και όχι κοινοβουλευτισμού. Με άλλα λόγια, το δ, αναφέρεται πάντα σε ένα δημοκρατικό πολιτειακό σύστημα για το οποίο και μάχεται, και συνεπώς οι προτάσεις του, αυτό αφορούν και σε αυτό αποσκοπούν. Δεν αναλώνεται σε συζητήσεις μεταρρυθμίσεων και εξωραϊσμού της υφιστάμενης ολιγαρχικής θέσμισης. Υπό αυτό το πρίσμα λοιπόν, σε ένα καθαρά δημοκρατικό πολίτευμα, όπου κυρίαρχος είναι ο πολίτης, και όχι οι πολιτικοί ή τα κόμματα, τα ΜΑΤ δεν έχουν κανέναν απολύτως ρόλο και κανέναν λόγο ύπαρξης, διότι δεν υπάρχουν μισόδημα μέτρα και νόμοι που πρέπει να επιβληθούν διά της βίας.
Τα ΜΑΤ λοιπόν, δεν έχουν καμία θέση σε μια δημοκρατία.
δ