Γράφει ο Αναστάσιος Συριανός
Τα ισχύοντα πολιτικά δικαιώματα
Το Σύνταγμα της Ελλάδας κατοχυρώνει τα εξής πολιτικά δικαιώματα: το δικαίωμα του εκλέγειν (Άρθρο 51, παρ. 1), το δικαίωμα του εκλέγεσθαι (Άρθρο 55, παρ. 3-5) και το δικαίωμα της ίδρυσης και συμμετοχής σε κόμματα (Άρθρο 29, παρ. 1). Ωστόσο είναι φανερό ότι ο φτωχός αυτός κατάλογος πολιτικών δικαιωμάτων[1] δεν προσφέρει επαρκή πολιτική ισχύ στους Έλληνες πολίτες για να κατευθύνουν την άσκηση της πολιτικής εξουσίας προς όφελος της κοινωνίας. Παρακάτω, ακολουθούν ορισμένες ιδέες σχετικά με τα πολιτικά δικαιώματα, προκειμένου να αναθερμάνουμε την συζήτηση για την πολιτική ισχύ που θα έπρεπε να έχουν οι πολίτες.
Το δικαίωμα του πολίτη στον πειθαρχικό έλεγχο των αρχών
Όπως το δικαίωμα στο εκλέγειν συνεπιφέρει το δικαίωμα στο εκλέγεσθαι, έτσι και το δικαίωμα να αναθέτω την άσκηση της εξουσίας σε τρίτους συνεπιφέρει το δικαίωμά μου να τους ελέγχω για τον τρόπο που ασκούν την εξουσία που τους αναθέτω. Ο Αριστοτέλης εξηγεί με σαφήνεια την ανάγκη να συμβαδίζουν τα δύο αυτά δικαιώματα στο πολίτευμα, επισημαίνοντας ότι αν ο δήμος δεν έχει την ελάχιστη δύναμη να εκλέγει και ταυτόχρονα να ελέγχει τις αρχές, τότε καταλήγει δούλος και εχθρός της πολιτείας του[2]. Είναι συνεπώς απολύτως απαραίτητο για την διατήρηση της ελευθερίας των πολιτών, το δικαίωμα της ανάθεσης της πολιτικής εξουσίας σε τρίτους να συνοδεύεται πάντοτε από το δικαίωμα ελέγχου εκείνων στους οποίους η εξουσία ανατίθεται, ώστε ουδέποτε να δύναται να υπάρξει το ένα χωρίς το άλλο. Ως δε πολιτικό δικαίωμα ελέγχου των αρχών, νοείται κάθε θεσμική ενέργεια με την οποία οι πολίτες μπορούν να εξετάζουν και να αξιολογούν τακτικά και εν μέσω της θητείας του την πορεία ενός μέλους της κυβέρνησης ή της βουλής και να επιβάλλουν πειθαρχικές κυρώσεις (αργία, παύση, έκπτωση εκ του αξιώματος) όπου κρίνουν ότι χρειάζεται.
Πιθανή έκπτωση αξιωματούχου από το αξίωμά του, θα πρέπει να επιφέρει και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων για ένα αξιοπρεπές χρονικό διάστημα και να οδηγεί την υπόθεση στο δικαστήριο όπου πια χωρίς την κάλυψη που του παρείχε η βουλευτική ασυλία και όντας άχρηστος στους κύκλους που τον προωθούσαν κι ενίσχυαν την πολιτική του καριέρα, του επιβάλλεται ευκολότερα η ποινή που αρμόζει στο αδίκημα.
Το δικαίωμα του πολίτη στην ανάκληση της κυβέρνησης
Μία σημαντική προέκταση του δικαιώματος των πολιτών να ασκούν πειθαρχικό έλεγχο στις αρχές του κράτους, είναι και το δικαίωμα στην ανάκληση ολόκληρων πολιτειακών οργάνων με πρώτη και κύρια την κυβέρνηση η οποία στην Ελλάδα ελέγχει πλήρως και τις τρεις πολιτειακές λειτουργίες.
Σήμερα, το δικαίωμα των πολιτών στην ανάκληση της κυβέρνησής τους θα μπορούσε να ασκείται σε τακτικά χρονικά διαστήματα από τους πολίτες μέσω δημοψηφίσματος το οποίο διενεργείται αυτοδικαίως π.χ. στο τέλος κάθε χρονιάς, ή για κάθε έτος που ολοκληρώνει μία κυβέρνηση στην εξουσία. Το ερώτημα του δημοψηφίσματος θα μπορούσε να διατυπώνεται κάπως έτσι: «Θα θέλατε να συνεχιστεί η θητεία της κυβέρνησης για ακόμη έναν χρόνο;».
Το δικαίωμα του πολίτη στην αρνησικυρία
Αρνησικυρία (veto power) ονομάζεται η άρνηση μίας κρατικής αρχής να επικυρώσει την απόφαση μίας άλλης αρχής, προκαλώντας αναδιαπραγμάτευση ή ακόμη και ακύρωση της αρχικής απόφασης[3]. Η αρνησικυρία συνεπώς πρόκειται για άσκηση εξουσίας προς παρεμπόδιση ή αποτροπή ενέργειας[4]. Πώς όμως θα μπορούσε αυτή η σπουδαία δύναμη να λειτουργήσει ως πολιτικό δικαίωμα των πολιτών;
Το δικαίωμα του πολίτη στην αρνησικυρία με τα σημερινά δεδομένα, θα μπορούσε να εκφράζει την δύναμη των πολιτών να έχουν τον τελευταίο λόγο στους νόμους που ψηφίζει η βουλή και στις αποφάσεις που λαμβάνει η κυβέρνηση, απαιτώντας την έγκρισή τους για ορισμένα τουλάχιστον κρίσιμα κοινωνικά και εθνικά θέματα, αν όχι για όλα. Σε περίπτωση απόρριψης, ο νόμος ή η απόφαση που τέθηκε στο δημοψήφισμα να ακυρώνεται ή να αναπέμπεται. Νέα απόρριψη ωστόσο μετά την αναπομπή να οδηγεί στην ακύρωση χωρίς δυνατότητα να τεθεί ο ίδιος νόμος προς έγκριση από τους πολίτες π.χ. για μία πενταετία.
Με αυτόν τον τρόπο οι πολίτες, πλάι στην δύναμη τους να στερούν τα αξιώματα σε αυτούς που δεν τα τιμούν όπως θα έπρεπε, αποκτούν και την δύναμη να εμποδίζουν την ευόδωση σχεδιασμών που στρέφονται ενάντια στα συμφέροντά τους. Αν μάλιστα λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι στην ελληνική πολιτική σκηνή, όσο και να αλλάζουν τα πρόσωπα οι πολιτικές παραμένουν ίδιες ακολουθώντας σταθερά την αντικοινωνική και αντιεθνική τους πορεία, τότε το δικαίωμα του πολίτη στην αρνησικυρία ίσως να είναι σημαντικότερο από το να μπορεί απλά να «ρίχνει» από την καρέκλα του τον βουλευτή, τον υπουργό ή ακόμη κι ολόκληρη την κυβέρνηση.
Το δικαίωμα του πολίτη στην κατάθεση πρότασης νόμου
Είναι σαφές ότι τα τρία πολιτικά δικαιώματα που προηγήθηκαν έχουν ως σκοπό να λειτουργήσουν ως ασπίδα προστασίας των πολιτών απέναντι στην εξουσία. Όμως δεν αρκούν. Χρειάζεται οι πολίτες να εξοπλιστούν και με θεσμικά όπλα για να μπορέσουν να αντεπιτεθούν. Αυτήν την ιδέα αντιπροσωπεύει το πολιτικό δικαίωμα που ακολουθεί.
Η πολιτική αντεπίθεση της κοινωνίας ξεκινά με την κατοχύρωση του δικαιώματος του πολίτη να καταθέτει επίσημα προτάσεις νόμου. Κάθε πολίτης δηλαδή που πληροί ορισμένες βασικές προϋποθέσεις και κριτήρια, να έχει το δικαίωμα να προτείνει επισήμως νομοσχέδια εφόσον μπορεί να τεκμηριώσει ότι είναι προς όφελος της κοινωνίας και της πατρίδας. Κάθε τέτοια πρόταση που καταθέτει πολίτης, να συζητιέται δημόσια, να εξετάζεται η νομιμότητά της και να τίθεται προς ψήφιση από όλους τους πολίτες, χωρίς ωστόσο την προϋπόθεση της συλλογής υπογραφών. Αντί υπογραφών θα μπορούσε να προηγείται μία ψηφοφορία σε επίπεδο τοπικής κοινωνίας του δημότη που κατέθεσε την πρόταση για την επαλήθευση της αξίας της κι εφόσον εγκριθεί στο τοπικό δημοψήφισμα, τότε μόνο να είναι υποχρεωτικό να τεθεί και σε εθνικό δημοψήφισμα. Με αυτόν τον τρόπο, αφ’ ενός δεν υποβιβάζεται η έννοια του πολίτη και προστατεύεται η αρχή της πολιτικής ισότητας κι αφ’ ετέρου προστίθεται ακόμη ένα προστατευτικό δίχτυ στα νομοσχέδια που θα φτάσουν να τεθούν στο εθνικό δημοψήφισμα. Πιθανή έγκριση νομοσχεδίου που πρότεινε πολίτης, καθίσταται υποχρεωτικά νόμος του κράτους χωρίς να περνάει από την Βουλή.
Σημειώσεις:
[1] Ορισμένοι προσθέτουν ακόμη δύο πολιτικά δικαιώματα: το δικαίωμα συμμετοχής σε δημοψήφισμα και το δικαίωμα πρόσληψης στο δημόσιο, τα οποία όμως ουδεμία σχέση έχουν με πολιτική δύναμη και ουδένα κίνδυνο εμπεριέχουν για τον κλονισμό της κοινοβουλευτικής εξουσίας.
[2] Αριστοτέλης, Πολιτικά 1274 Α, 15-18: «ἐπεὶ Σόλων γε ἔοικε τὴν ἀναγκαιοτάτην ἀποδιδόναι τῷ δήμῳ δύναμιν, τὸ τὰς ἀρχὰς αἱρεῖσθαι καὶ εὐθύνειν (μηδὲ γὰρ τούτου κύριος ὢν ὁ δῆμος δοῦλος ἂν εἴη καὶ πολέμιος)».
[3] Βικιπαίδεια, Διαδίκτυο, 06/11/2018: https://el.wikipedia.org/wiki/Αρνησικυρία
[4] Ό.π.