Της Ίριδος Σταθάκου – δικηγόρος
14 Ιουνίου: Ημέρα γιορτής του αγγουριού (κάνετε μόνοι σας τον εύστοχα τραγελαφικό συνειρμό με την άκρως απογοητευτική κατάσταση στην πολιτική σκηνή της χώρας μας) και η ημέρα που εκδόθηκε καταδικαστική απόφαση από Δικαστήριο των Χανίων κατά του αναπληρωτή Υπουργού Υγείας κ. Πολάκη, η οποία τον καταδίκασε σε ποινή φυλάκισης 10 μηνών με αναστολή για υπόθεση παραβίασης του νόμου 2971/2001 που αφορά την προστασία του αιγιαλού και της παραλίας.
Ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας κατηγορείτο ότι το 2011 με την ιδιότητα του δημάρχου στη θέση Διαλεσκάρι των Σφακίων του νομού Χανιών επέφερε μεταβολή στην θάλασσα και τον αιγιαλό, καθώς χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής (κτηματική υπηρεσία) κατασκεύασε αυθαίρετη προβλήτα.
Υπενθυμίζεται πως η σχετική δικογραφία είχε διαβιβαστεί στην Βουλή τον Απρίλιο του 2016 με το αίτημα άρσης της ασυλίας του κ. Πολάκη, με την ψηφοφορία να γίνεται στις 16 Ιουνίου του 2016.
Στην ψηφοφορία συμμετείχαν 177 βουλευτές. Υπέρ της άρσης της ασυλίας του κ. Πολάκη, οι βουλευτές τάχθηκαν με 93 ψήφους υπέρ, 82 κατά και δύο «παρών».
Είναι απορίας άξιον το γιατί 82 εκ των 177 βουλευτών του Ελληνικού Κοινοβουλίου που συμμετείχαν στην ψηφοφορία ( δηλαδή σχεδόν οι μισοί των ψηφισάντων) επέλεξαν να «προστατεύσουν» ένα βουλευτή που εν τέλει καταδίκασε η Ελληνική Δικαιοσύνη –δικάζοντας πάντα στο όνομα του Ελληνικού Λαού- ακολουθώντας απαρέγκλιτα την εκ του νόμου οριζόμενη αποδεικτική δικονομική διαδικασία. Ο άνθρωπος αυτός αποδείχθηκε ότι όντως παρανόμησε και μάλιστα σε μια εποχή που δεν είχε καν αναλάβει το βουλευτικό αξίωμα, επομένως και ουδείς συνέτρεχε λόγος βουλευτικής ασυλίας.
Και εντάξει, εν προκειμένω, η Ελληνική Βουλή έπραξε -κατ’ εξαίρεσιν- τα δέοντα. Όμως πόσες άραγε τέτοιες περιπτώσεις συγκάλυψαν οι Έλληνες Βουλευτές τις φορές εκείνες –τις συντριπτικά περισσότερες φορές δηλαδή- που έστερξαν συναδέλφους τους που παρανόμησαν, που πιθανότατα να είχαν καταδικαστεί από τα Ελληνικά Δικαστήρια αν παραπέμπονταν σε δίκη;;; πόσες άραγε φορές υπέθαλψαν παράνομη συμπεριφορά με απώτερο υστερόβουλο στόχο να εξασφαλίσουν κι εκείνοι αντίστοιχη ευνοϊκή μεταχείριση όταν ενδεχομένως θα ερχόταν η σειρά τους;;; Η αλληλοκάλυψη και αλληλοϋποστήριξη των πολιτικών είναι σκανδαλώδης και πρέπει να καταργηθεί θεσμικά, καθώς αυτό το καθεστώς αποτελεί την αιτία της καταστροφικής άσκησης της εξουσίας από τους πολιτικούς και φθείρει τους θεσμούς.
Αρκεί μόνο να αναλογιστεί κανείς τι ατασθαλίες λάμβαναν χώρα κατά τη διάρκεια της εποχής του δικομματισμού στη χώρα μας, όπου κανείς εκ των βουλευτών δεν τολμούσε να διαβεί τον Ρουβίκωνα ψηφίζοντας άρση ασυλίας, καθώς μια τέτοια κίνηση θα σήμαινε την πολιτική του αυτοκτονία ξέροντας τι τον περιμένει όταν το αντίπαλο κόμμα θα αναλάμβανε εν τέλει την εξουσία.
Επ’ αφορμής αυτού του γεγονότος λοιπόν –μεταξύ πλείστων άλλων παρεμφερών προγενέστερων- και του δυστυχώς ουκ ολίγου αριθμού των βουλευτών που επέλεξαν να καλύψουν τον κ Πολάκη, ας ρίξουμε μια γενική ματιά στο ζήτημα της βουλευτικής ασυλίας και του σκοπού που αυτή εξυπηρετεί. Είναι όντως δημοκρατικός;;;
Η «βουλευτική ασυλία» περιλαμβάνει το «ανεύθυνο», το «ακαταδίωκτο» και το «δικαίωμα άρνησης μαρτυρίας» για πληροφορίες που περιήλθαν στον βουλευτή κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Το τελευταίο αποτελεί υποκειμενικό του δικαίωμα, μπορεί δηλαδή να παραιτηθεί από αυτό. Οι δύο πρώτες εκφάνσεις της ασυλίας αποτελούν «θεσμικές εγγυήσεις», άρα δεν νοείται παραίτηση, και σκοπός τους είναι να προστατευτεί όχι το συγκεκριμένο πρόσωπο, αλλά ο θεσμός και η λειτουργία του.
Το «ανεύθυνο» (άρ. 61 παρ. 1Σύνταγμα) σημαίνει ότι ο βουλευτής δεν ευθύνεται (ποινικά ή αστικά) για γνώμη ή ψήφο που έδωσε κατά την άσκηση των καθηκόντων του, τα οποία βεβαίως δεν εξαντλούνται στα έδρανα της Βουλής, αλλά ασκούνται σε οποιονδήποτε δημόσιο χώρο. Εξαιρείται το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης, για το οποίο ευθύνεται, αλλά δεν μπορεί να διωχθεί ποινικά, όπως και για κανένα άλλο ποινικό αδίκημα, πλην των αυτόφωρων κακουργημάτων, παρά μετά από άδεια της Βουλής («ακαταδίωκτο» – άρ. 62 Σύνταγμα). Το ακαταδίωκτο καλύπτει τον βουλευτή κατά τη διάρκεια της θητείας του, μετά τη λήξη της οποίας μπορεί να αρχίσει ή να συνεχιστεί η ποινική δίωξη.
Δεδομένου ότι πρόκειται για θεσμική εγγύηση της λειτουργίας του βουλευτή, ορθώς κρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Στρασβούργο) ότι το «ακαταδίωκτο» καλύπτει αποκλειστικά και μόνον πράξεις που εμπίπτουν στα βουλευτικά καθήκοντα και άρα τελέστηκαν μετά την κτήση της βουλευτικής ιδιότητας, σε αντίθεση με την ακολουθούμενη τακτική της ελληνικής Βουλής. Τη συνδρομή των όρων αυτών εξετάζει η Ειδική Επιτροπή Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας, στην οποία προωθούνται αιτήματα άρσης της βουλευτικής ασυλίας πριν εισαχθούν στην Ολομέλεια. Το αντίθετο σημαίνει μη δικαιολογημένη από τον σκοπό της ασυλίας παραβίαση του (επίσης Συνταγματικώς και ευρωπαϊκά κατοχυρωμένου) δικαιώματος πρόσβασης των πολιτών στη Δικαιοσύνη.
Από νομικής σκοπιάς εγείρεται η εξής προβληματική: Άραγε, πρέπει σε ενδεχόμενη συνταγματική αναθεώρηση να προβλεφθεί συνολική κατάργηση του ακαταδίωκτου, ή απλώς να υφίσταται «άρση της ασυλίας» (που αφορά τα εκάστοτε παρανομούντα πρόσωπα) και μάλιστα μέσα από ενδοβουλευτικές ή εξωκοινοβουλευτικές διαδικασίες; Μήπως η παντελής κατάργηση της ασυλίας θα άφηνε υπερβολικά έκθετους τους βουλευτές σε κακόβουλες μηνύσεις εκ μέρους πολιτικών αντιπάλων, με σκοπό να πλήξουν το κύρος των πρώτων και να παρακωλύσουν τη λειτουργία τους;
Ή μήπως το κύρος των βουλευτών θίγεται περισσότερο και μάλιστα συλλήβδην για δικαίους και αδίκους, ακριβώς λόγω της ύπαρξης του ακαταδίωκτου; Κι ως εκ τούτου έτσι κλονίζεται και η πίστη του πολίτη στους δημοκρατικούς θεσμούς;
Το τίμημα της κατάργησης του ακαταδίωκτου με όρους αποτελεσματικότητας δεν είναι μεγαλύτερο από εκείνο που ήδη πληρώνεται από τη Δημοκρατία (και τους πολίτες), εξαιτίας της πολιτικής αδιαφάνειας, πηγάζουσας εν προκειμένω εκ της θεσμικής ταύτισης ελεγχομένων και ελεγκτών -η οποία κατ’ ουσίαν συνιστά έλλειψη ισονομίας.
Κανείς δεν πρέπει να έχει το ακαταλόγιστο. Όλοι πρέπει να διώκονται για οποιαδήποτε περίπτωση παρανομίας, πολλώ δε μάλλον οι πολιτικοί. Επιπλέον, όταν προϋποτίθεται άδεια ενός οργάνου για την τιμωρία οποιασδήποτε άδικης πράξης των μελών του, το όργανο αυτό λειτουργεί ex officio συντεχνιακά και τα μέλη του αλληλοκαλύπτονται –κάτι το οποίο είναι και ιστορικά αποδεδειγμένο. Η μόνη σχετική δίκαιη πρόβλεψη είναι ίσως η απαγόρευση δίωξης των βουλευτών για θέσεις που εξέφρασαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και τη συμμετοχή τους στη Βουλή.
Η βουλευτική ασυλία, τουλάχιστον έτσι όπως έχει διαμορφωθεί κι όπως καταχράται τη σήμερον, επ’ ουδενί δεν συνάδει με τα ακραιφνή δημοκρατικά ιδεώδη, καθώς ουσιαστικά καταργεί την έννοια της ισονομίας (άρθρο 4 Σύνταγμα).
Σε μια προσεκτική στάθμιση των δικαιωμάτων που προστατεύονται από το Σύνταγμα, πιο δημοκρατικά προσκείμενο δεν είναι το δικαίωμα προστασίας των βουλευτών, αλλά το δικαίωμα προστασίας της ίδιας της Δημοκρατίας. Ο βουλευτής είναι ένας απλός πολίτης που είναι εντολοδόχος των συμπολιτών του και λειτουργός της Πολιτείας, σε καμία περίπτωση δεν γίνεται να απολαμβάνει προνόμια, τα οποία προσπορίζει ο ίδιος στον εαυτό του μέσω ψήφισης κανόνων δικαίου επηυξημένης τυπικής ισχύος (Σύνταγμα) που τον απαλλάσσουν από την ευθύνη, τη δίωξη και την τιμωρία, όταν παρανομεί, διότι έτσι αυτοαναιρείται.
Προέχει να διαφυλαχθεί ο θεσμός του βουλευτικού αξιώματος ως πολιτειακός θεσμός, όχι εσφαλμένα μέσω πολιτικών τεχνασμάτων, όπως αυτό της βουλευτικής ασυλίας, αλλά μέσω της αποκατάστασης της εμπιστοσύνης των πολιτών στην ίδια τη Δημοκρατία και κάτι τέτοιο δύναται να επιτευχθεί μόνο μέσω ενός ανεξάρτητου πολιτικού κινήματος, ακριβώς διότι η ανεξάρτητη φύση του θα το εξοπλίζει με την απαραίτητη αντικειμενικότητα και αυτάρκεια ώστε να απέχει από όλες αυτές τις διαδικασίες αλληλοκάλυψης και διαφθοράς. Ένα πολιτικό κίνημα που στόχος του είναι ο επαναπροσδιορισμός της έννοιας της Δημοκρατίας και η άνευ ορίων προάσπισή της.
Αυτό το πολιτικό κίνημα είναι ήδη εδώ και είναι το δέλτα. Είμαστε εμείς οι ίδιοι.