Η ελληνική οικονομία, παρ’ ότι λειτουργεί με ολιγοπώλια, κλειστά επαγγέλματα, εκτεταμένο δημόσιο τομέα που παρεμβάλλεται στην ιδιωτική οικονομία με αδειοδοτήσεις κλπ, παραμένει γενικά οικονομία δυτικού τύπου.
Αυτό, εκτός των άλλων, σημαίνει διεθνείς συμβάσεις που μας δεσμεύουν, συγκεκριμένους στόχους που πρέπει να επιτυγχάνονται. Σημαίνει ακόμα ότι και όποια καινοφανής πολιτική εφαρμοστεί, τελεί υπό το πρίσμα, την οπτική, την «κηδεμονία» των σχέσεων, των συμβάσεων της χώρας και της θέσης της στο δυτικό σύστημα.
Πολλά μπορεί να πει κανείς, θετικά ή αρνητικά κυρίως, για τα τεχνικά ζητήματα της εκάστοτε εφαρμοζόμενης πολιτικής ώστε να επιτευχθεί ο ζητούμενος κάθε φορά στόχος και ποιoν τελικά θα εξυπηρετήσει.
Αυτά όλα τα παραπάνω εύκολα μπορεί να οδηγήσουν, όποιον αποτολμήσει να σχολιάσει ή να τα ερευνήσει, στη βουτιά στο βούρκο. Όπου βούρκος η πολυνομία, η αναντιστοιχία, η ακαταλληλότητα και απειλή για όποιον θέλει να κάνει κάτι παραπάνω εκτός του να κάνει διακοπές όντας πολίτης άλλης χώρας.
Κατά την άποψη του γράφοντος τα σημαντικότερα ζητήματα που έχει να αντιμετωπίσει το ελληνικό κράτος ή προτιμότερα ο ελληνισμός (διότι επιβίωσε και χωρίς κράτος συγκροτημένο) είναι δύο. Εδώ μπορείτε να βρείτε το πρώτο ζήτημα, ενώ παρακάτω ακολουθεί το δεύτερο.
- Παραγωγή
Είναι σαφές ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να έχει στιβαρή αγροτική και βιομηχανική παραγωγή. Αυτοί είναι οι δύο πρώτοι τομείς παραγωγής. Δεν είχε ποτέ. Αυτό που είχε και έχει είναι, εκτός φωτεινών εξαιρέσεων που δεν επηρεάζουν στην πραγματικότητα την φύση της οικονομίας, κρατικοδίαιτες εταιρείες (άμεσα ή έμμεσα) στις οποίες παρεμβαίνει το κράτος, είτε έτσι είτε αλλιώς για να διασώζει ή να κλείνει.
Αυτό εξηγείται εύκολα από τον εγχώριο όγκο της παραγωγής αλλά και κόστη σε ενέργεια, μεταφορές που καθιστούν κάθε προσπάθεια ανεπαρκή, διότι τα ίδια παραγόμενα ή και καλύτερα υπάρχουν από αλλού και φθηνότερα. Πρόκειται βεβαίως για χώρες με πιο ανοιχτές οικονομίες, περισσότερο πληθυσμό, χαμηλή ενεργειακή εξάρτηση, ανοιχτά επαγγέλματα, κ.ά..
Άρα δεν είναι και τυχαία η υψηλή ποσόστωση στο ΑΕΠ του τρίτου τομέα παραγωγής (υπηρεσίες), από τις οποίες δεσπόζει ο τουρισμός. Προφανώς και εδώ υπάρχει χώρος για συζήτηση και προτάσεις αφού το υψηλής εξειδίκευσης προσωπικό φεύγει από τη χώρα, η ανεργία παραμένει υψηλή και οι νέοι διστάζουν να δημιουργήσουν οικογένεια.
Η πρόταση μου:
Μπορεί να χωροθετηθούν – δημιουργηθούν μεγάλες γεωγραφικές ζώνες – χώροι στις οποίες η γη θα δίνεται με χρησιδάνειο για 100 έτη. Η φορολογία, κόμιστρα ασφάλισης, παρακρατούμενοι φόροι, ειδικές φορολογίες, τελωνειακά κλπ από την αρχή θα είναι σαφώς προσδιορισμένα και σταθερά για όλη τη διάρκεια της επένδυσης.
Το κράτος θα δημιουργήσει όλες τις αναγκαίες υποδομές (δρόμους, δίκτυα παντός τύπου κλπ) και θα εξασφαλίσει τη σταθερότητα από τις πρώτες υπογραφές, ακόμα και αν χρειαστεί να παρακαμφθούν γραφειοκρατικές διαδικασίες, υπογραφές «υπηρεσιακών» κλπ. Από την ημέρα κατάθεσης της πρότασης οι υποδομές, άδειες κλπ πρέπει να είναι έτοιμα σε τριάντα εργάσιμες.
Με αυτούς τους όρους θα απευθυνθεί διεθνές προσκλητήριο σε διεθνείς εταιρείες και εγχώριες που θέλουν να επενδύσουν σε καινοτόμες ιδέες, νέα προϊόντα και νέες υπηρεσίες.
Οι δεσμεύσεις που θα έχουν είναι να επιλέγουν κατα προτεραιότητα Ελληνικής καταγωγής προσωπικό, είτε από την Ελλάδα είτε της διασποράς που επιθυμεί να επιστρέψει και προφανώς θα πληρώνεται σε ανταγωνιστικούς διεθνώς μισθούς ανά ειδικότητα. Η κατασκευή, προμήθεια υλικών, λειτουργία και φύλαξη, θα γίνεται με κατά προτίμηση ελληνικά μέσα όπου αυτά διατίθενται (σίγουρα θα δημιουργηθούν εταιρείες συμπληρωματικές των κυρίων παραγωγών). Επίσης οι εταιρίες θα υποχρεούνται να παραδίδουν ένα κοινωφελές έργο στην τοπική κοινωνία της περιοχής ή σε οποιοδήποτε χωριό ή πόλη της χώρας, για το οποίο θα τιμούνται αλλά θα εκπίπτουν φορολογικά ανάλογα με την πρακτική, πολιτιστική συνεισφορά στην εκάστοτε κοινωνία (κατάλογος μπορεί να καταρτιστεί).
Για τις εταιρείες που ήδη δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, αυτές μπορούν να εισέλθουν στις εν λόγω περιοχές μόνο υπό την προϋπόθεση ότι θα εξελίξουν την παραγωγή και την υπηρεσία τους, ότι θα κατασκευάσουν τις εγκαταστάσεις τους και πως όλα τα ανωτέρω θα αποτελούν συνέχεια της υφιστάμενης ύπαρξης τους και όχι παραλλαγή ή υποκατάσταση της υφιστάμενης. Το ήδη υφιστάμενο μέρος τους θα παραμείνει στην τοποθεσία που ήδη βρίσκεται, ενώ το νέο τους τμήμα θα είναι αυτό που θα απολαμβάνει τους όρους της παρούσας πρότασης.
Στον αντίλογο περί αθέμιτου ανταγωνισμού, η απάντηση είναι πως αν δεν εξελιχθείς καλύτερα να «πεθάνεις» νωρίς, διότι τα βάρη που θα αφήσεις στους φορολογούμενος όσο περνάει ο καιρός θα είναι μεγαλύτερα (π.χ. ΔΕΗ, ΟΣΕ, ΛΑΡΚΟ κλπ), καθότι θα βρεθεί κάποιος άλλος καλύτερος και πιο φθηνός για να σε αντικαταστήσει.
Και στην περίπτωση αυτή ο ρόλος του κράτους και των μηχανισμών του θα είναι σε επίπεδο εποπτείας για το αν τηρούνται οι όροι υπαγωγής και για να αποφευχθούν περιπτώσεις επιχειρήσεων οι οποίες δεν είναι τίποτα παραπάνω από «βιτρίνες» υφιστάμενων εταιρειών με υπεργολαβίες. Σε φορολογικό επίπεδο, τα κίνητρα έρευνας – καινοτομίας μπορούν να ενισχυθούν επιπλέον αν υπάρχει διασύνδεση, σύμπραξη, και συμπαραγωγή των ελληνικών πανεπιστημίων και των επιχειρήσεων αυτών. Προφανώς ή κάθε επιχείρηση θα μπορεί να συμμετέχει στην πρώτη πρόταση περί δημογραφικού.
Πάλι ο ρόλος της διασποράς θα μπορούσε να είναι μεγάλος εδώ αφού η ωφέλεια από τα μερίσματα και η υστεροφημία μπορούν να αποτελέσουν σημαντικά κίνητρα.
- Μανώλης Παπαδουράκης