Γράφουν οι Καντά Αναστασία και Μπαλακτάρης Παναγιώτης
Την Τετάρτη 21/3/2018 ολοκληρώθηκε η ανάκριση του πρώην προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας, Νικολά Σαρκοζί, η οποία αφορούσε την παράνομη χρηματοδότηση της προεκλογικής του εκστρατείας το 2007 από τον Μουαμάρ αλ Καντάφι, ηγέτη της Λιβύης επί πολλές δεκαετίες. Πρόκειται για καταβολές πολλών εκατομμυρίων, κάτι το οποίο τω όντι ισχυρίστηκε δημοσίως και ο υιός του Καντάφι, Σαϊφ αλ Ισλάμ. Απαγγέλθηκαν, επισήμως, κατηγορίες για «παθητική δωροληψία», «παράνομη χρηματοδότηση της προεκλογικής του εκστρατείας» και «αποδοχή λιβυκών κρατικών πόρων». Φυσικά, ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας αρνείται κατηγορηματικά τις ανωτέρω κατηγορίες. Σε αυτό το σημείο αρμόζει να επισημανθεί, ακόμη, ότι το αδίκημα της παθητικής δωροληψίας αποτελεί αδίκημα που επισύρει ποινή κάθειρξης έως και δέκα έτη.
Επιπροσθέτως, εν εξελίξει βρίσκεται η υπόθεση περί άσκησης επιρροής από τον Νικολά Σαρκοζί σε Ανώτατο δικαστή του Ακυρωτικού Δικαστηρίου, Γκιλμπέρ Αζιμπέρ. Ο τελευταίος, εκτός από επιφανής δικαστής, ήταν και σύμβουλος του Σαρκοζί, επομένως ερευνούσε υποθέσεις που εκκρεμούσαν εις βάρος του και φρόντιζε να τον κρατά ενήμερο για τις τάσεις και τις εξελίξεις εντός του «μελάθρου της Θέμιδος». Η χάρη, βέβαια, θέλει αντίχαρη∙ το αντάλλαγμα, λοιπόν, για τις «δικαστικές» του υπηρεσίες ήταν ένα καλό δικαστικό πόστο στο Μονακό. Συνεργατικά με τον Αζιμπέρ δρούσε και ο Ανώτατος δικαστής Πατρίκ Σασούς. Εν προκειμένω, λοιπόν, είναι κατάφωρη η ποδηγέτηση της δικαστικής εξουσίας από τον πρώην ανώτατο αξιωματούχο της Γαλλικής Δημοκρατίας.
Οι προαναφερθείσες περιπτώσεις καθώς και πολλές παρόμοιες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου επιβεβαιώνουν την ανάγκη για ισχυρούς και δημοκρατικούς θεσμούς. Σκοπός της εξουσίας είναι να διαφθείρει. Στόχος όσων την υπηρετούν είναι να διαφθείρονται και να διαφθείρουν. Μοναδική τροχοπέδη στην ακόρεστη δίψα του ανθρώπου για εξουσία είναι οι θεσμοί.
Οι θεσμοί όπως η Δικαιοσύνη όταν είναι ανεξάρτητη επιβάλλουν την άσκηση της εξουσίας προς το συμφέρον της κοινότητας και όχι για την ικανοποίηση της ιδιοτέλειας ενός εκάστου. Οι θεσμοί ισορροπούν τις τάσεις των αντικρουόμενων συμφερόντων, τα οποία είναι φυσιολογικό να υπάρχουν σε μια κοινωνία και συγχρόνως, καταργούν το δίκαιο του ισχυροτέρου.
Η Δικαιοσύνη είναι ένα συμβατικό μέσο. Είναι ανθρώπινη κατασκευή προκειμένου να επικρατεί το Δίκαιον ανεξαρτήτως οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης όσων μετέχουν σε μια κοινότητα. Για να είναι έγκυρη όμως και αξιόπιστη αυτή η κατασκευή θα πρέπει να είναι ανόθευτη. Να μην κατευθύνεται από τους ισχυρούς και τις ελίτ, αλλά αντιθέτως να λειτουργεί ως ο απόλυτος εφαρμοστής της ισότητας. Ό,τι και να είναι κάποιος που διεκδικεί δικαστικώς το συμφέρον του θα πρέπει να είναι αδιάφορο και πρόταγμα να είναι η επικράτηση του Δικαίου.
Είναι απειράριθμες οι περιπτώσεις στις οποίες «μεγαλόσχημοι» που αισθάνονται την τσιμπίδα του νόμου προσπαθούν παντί τρόπω να ξεφύγουν. Έτσι, ενεργοποιούν τα…«γραμμάτια» που τους οφείλουν ανώτατοι δικαστές, οι οποίοι με τη σειρά τους σπεύδουν να βοηθήσουν εκείνους οι οποίοι τούς διόρισαν στην ανώτατη βαθμίδα της δικαστικής εξουσίας. Αυτή ακριβώς η συναλλαγή, που έχει σκοπό την απόσειση των ευθυνών των υπαιτίων, αποτελεί τον πυρήνα της διαφθοράς που μαστίζει λίγο πολύ όλα τα κράτη, κάποια σε μεγαλύτερο βαθμό και άλλα σε μικρότερο.
Όπως καθίσταται σαφές η παραμικρή αντιθεσμική παρασπονδία μπορεί ευχερώς να αποτελέσει την πραγματική έκρηξη στα θεμέλια μιας κοινότητας, η οποία θα οδηγηθεί σε διάλυση και κανονική καταστροφή.
Πρώτιστη εγγύηση για την εύρυθμη λειτουργία μιας Πολιτείας είναι η Ανεξάρτητη Δικαιοσύνη. Αυτή που είναι τυφλή διότι δεν λαμβάνει υπόψιν της ποιος είναι απέναντί της. Αυτή που δε λογαριάζει προέδρους, πρωθυπουργούς και επιχειρηματίες, αλλά έχει γνώμονα την επικράτηση του Δικαίου!