Είναι επονείδιστο το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός αντλεί αυτή τη δύναμη από το ίδιο το Σύνταγμα. Σύμφωνα με το άρθρο 83 παράγραφος 1: “Κάθε υπουργός ασκεί τις αρμοδιότητες που ορίζει ο νόμος. Οι υπουργοί χωρίς χαρτοφυλάκιο ασκούν όσες αρμοδιότητες τους αναθέτει ο πρωθυπουργός με απόφαση του’’. H αναξιοκρατία δηλαδή είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη, καθώς δίνεται η απόλυτη ελευθερία στον πρωθυπουργό να πράττει όπως αυτός επιθυμεί και να επιβάλλει την άποψη του στους υπουργούς!
Από εδώ και πέρα όμως η τρόικα ζητάει διαφανείς διαδικασίες για την επιλογή των γενικών Γραμματέων και Διευθυντών, συγκεκριμένα μέσω του ΑΣΕΠ.
Είναι προφανές ότι η παρούσα διαδικασία είναι πλήρως αναξιοκρατική και επαίσχυντη για τη χώρα μας. Οι πολιτικοί ιθύνοντες δεν επιθυμούν την εισαγωγή της αξιοκρατίας στο δημόσιο και τον πολιτικό τομέα. Αναγκάζονται να λάβουν μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση έπειτα από την υπόδειξη της τρόικας, γεγονός το οποίο είναι ασύλληπτο να συμβαίνει στις μέρες μας.
Το “δ”, νιώθοντας την ανάγκη επιβολής αξιοκρατίας, είχε ήδη τοποθετηθεί επί του θέματος από την αρχή της ίδρυσης του. Ειδικότερα, στην παρουσίαση του “δ” στον Οκτώβριο του 2016 στο Μέγαρο της Παλαιάς Βουλής είχε γίνει εκτενής αναφορά σε αυτή την ιδέα “κοινής λογικής”. Σύμφωνα με την πρόταση μας, είναι απαραίτητο να επιλέγονται οι βέλτιστοι ειδικοί και επιστήμονες για τις παραπάνω θέσεις, με γνώμονα την κατάρτιση, την ικανότητα και την εμπειρία. Επίσης πρέπει οι αξιωματούχοι να σχετίζονται άμεσα με το αντικείμενο του χαρτοφυλακίου που αναλαμβάνουν, ενώ είναι αυτονόητο ότι απαιτείται συνέχεια στη διοίκηση των υπουργείων, με στελέχη τα οποία δεν διορίζονται και παύονται ανάλογα με τις πολιτικές ορέξεις του εκάστοτε υπουργού.
Ως αποτέλεσμα, η κίνηση της τρόικας έρχεται να επιβεβαιώσει την προϋπάρχουσα ιδέα μας η οποία είναι αυτονόητη σε κράτη που επιθυμούν να ενισχύσουν τον θεσμό της δημοκρατίας, αποτελεί όμως και έντονη επιθυμία κάθε πολίτη, συνεπώς είναι άκρως λογική. Είναι σαφές ότι τα κριτήρια επιλογής πρέπει να γίνουν αντικειμενικά και οι Γραμματείς και Διευθυντές να έχουν τις κατάλληλες γνώσεις που σχετίζονται με το πεδίο για το οποίο είναι υπεύθυνοι. Αυτό βέβαια όταν εφαρμοστεί θα αποτελεί μόνο το πρώτο βήμα, καθώς επιβάλλεται να γίνουν αλλαγές σε όλους τους τομείς και ειδικά στο κομμάτι της “διάκρισης των λειτουργιών”.